"Οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον": Από τον αρνητή-Απόστολο στον αρνητή-Επιστήμονα
Όταν προδίδουν οι κορυφαίοι...
*του Κων/νου Βαθιώτη*
Όταν ο Ιησούς είπε στους μαθητές του “πάντες ὑμεῖς σκανδαλισθήσεσθε ἐν ἐμοὶ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ, γέγραπται γάρ, πατάξω τὸν ποιμένα, καὶ διασκορπισθήσονται τὰ πρόβατα τῆς ποίμνης”¹, ο κορυφαίος των Αποστόλων Πέτρος (ήταν ο πρώτος που ανεγνώρισε τον Ιησού ως τον “υἱὸ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος”²) διατράνωσε την αφοσίωσή του προς τον Κύριο, λέγοντας “εἰ πάντες σκανδαλισθήσονται ἐν σοί, ἐγὼ δὲ οὐδέποτε σκανδαλισθήσομαι”. Τότε ο Ιησούς τον αιφνιδίασε, προλέγοντας ότι “ἀμὴν λέγω σοι ὅτι ἐν ταύτῃ τῇ νυκτὶ πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς ἀπαρνήσῃ με”. Ο Πέτρος, όμως, απτόητος, έδωσε όρκο αυταπάρνησης: “κἂν δέῃ με σὺν σοὶ ἀποθανεῖν, οὐ μή σε ἀπαρνήσομαι”.
Η πορεία των πραγμάτων εξελίχθηκε ανάποδα, όπως δηλαδή την προέβλεψε ο Ιησούς, και όχι όπως την εγγυήθηκε ο Πέτρος. Έτσι, όταν μια παιδίσκη από το συγκεντρωμένο πλήθος είπε στον δεύτερο “καὶ σὺ ἦσθα μετὰ ᾿Ιησοῦ τοῦ Γαλιλαίου”, εκείνος “ἠρνήσατο ἔμπροσθεν αὐτῶν πάντων λέγων οὐκ οἶδα τί λέγεις”. Εν συνεχεία, όταν άλλη παιδίσκη είπε στους συγκεντρωμένους “ἐκεῖ καὶ οὗτος ἦν μετὰ ᾿Ιησοῦ τοῦ Ναζωραίου”, ο Πέτρος “ἠρνήσατο μεθ᾿ ὅρκου ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον”. Με αυτήν την φράση, ο όρκος αυταπάρνησης που είχε δώσει ο Πέτρος, αρνούμενος την προφητεία του Ιησού, αναποδογύρισε σε ψευδορκία.
Την ισοπαλία υποσχέσεων και διαψεύσεων διαδέχθηκε η τρίτη και αμετάκλητη άρνηση του Πέτρου, η οποία συνοδεύθηκε και πάλι από ψευδή όρκο. Τούτη την φορά, όταν κάποιοι από τους παρευρισκομένους επέμεναν ότι ο Πέτρος ήταν μαζί με τον Ιησού, ο πρώτος “ἤρξατο καταναθεματίζειν καὶ ὀμνύειν ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον”, “καὶ εὐθέως ἀλέκτωρ ἐφώνησε”³.
Η αντίδραση αυτή σφράγισε την ήττα του Πέτρου κατά την τριπλή δοκιμασία, στην οποία τον υπέβαλε ο αρχιμάστορας των πειρασμών, δηλαδή ο διάβολος. Αντιθέτως, όταν τούτος είχε αποδυθεί σε ισάριθμες πειρασμικές απόπειρες κατά του νηστεύοντος στην έρημο Χριστού, είχε υποστεί ταπεινωτική ήττα.
Το να απαρνείσαι τον Δάσκαλό σου, και μάλιστα, όταν προηγουμένως έχεις δώσει όρκο αυταπάρνησης σε αυτόν, είναι μια πράξη προδοσίας· πάντως λιγότερο βαριάς σε σχέση με τον προδοτικό ιδεότυπο, δηλαδή το φιλί του Ιούδα. Σε αντίθεση με τον τελευταίο, ο Πέτρος δεν παρέδωσε τον Δάσκαλό του στις αρχές για να καταδικασθεί σε θάνατο, αλλά απλώς αρνήθηκε να ταχθεί στο πλευρό του και να παραδεχθεί ότι είναι μαθητής του. Ο Ιούδας πρόδωσε από παραδοπιστία, ο Πέτρος από ολιγοψυχία. Ο Πέτρος νικήθηκε από τον φόβο σύλληψης και δίωξής του, χάνοντας την ευκαιρία να συμπεριφερθεί ηρωικά. Και, επιπλέον, μετά την επισφράγιση της προδοσίας του, ο Πέτρος μετανόησε εμπράκτως προς τον Κύριο, αφού “ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς”· αντιθέτως, ο Ιούδας ναι μεν “μεταμεληθεὶς ἀπέστρεψε τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ τοῖς πρεσβυτέροις λέγων· ἥμαρτον παραδοὺς αἷμα ἀθῷον”, πλην όμως δεν επέδειξε μετάνοια προς τον Κύριο, αλλά ενέδωσε στον σατανικό πειρασμό της αυτοκτονίας: “ῥίψας τὰ ἀργύρια ἐν τῷ ναῷ ἀνεχώρησε, καὶ ἀπελθὼν ἀπήγξατο”⁴.
Η συμπεριφορά του Πέτρου δεν προκάλεσε μόνο ένα ρήγμα στην σχέση εμπιστοσύνης που είχε οικοδομήσει με τον Δάσκαλό του, αλλά επέφερε και την (προσωρινή) αυτοακύρωσή του: Απαρνούμενος τρεις φορές τον Δάσκαλό του, πρόδωσε τις αρχές της συνειδήσεώς του, βλέποντας να αναποδογυρίζει η συμβολική σημασία του ονόματός του: ο σαν πέτρα ανένδοτος μαθητής μετεβλήθη αίφνης σε ευένδοτο Πέτρο, με αποτέλεσμα το όνομά του να μην είναι πλέον οιωνός (nomen est omen), αλλά σχήμα οξύμωρο!
Το να μη δικαιούται ένα πρόσωπο να φέρει το όνομα που του έχει δοθεί, διότι οι πράξεις του έχουν παύσει να συμβαδίζουν με ό,τι αυτό συμβολίζει, είναι οπωσδήποτε ένα βαρύ τίμημα. Ταυτοχρόνως, όμως, είναι και μια ευκαιρία για αυτοέλεγχο και, ακολούθως, για αποκατάσταση της κηλιδωμένης προσωπικότητας.
Στην εποχή της υγειονομικής δικτατορίας, πλήθος ιατρών και νομικών αρνούνται να υψώσουν την φωνή και το ανάστημά τους ενάντια στην καταφανώς απάνθρωπη μεταχείριση που επεφύλαξαν κάποιοι συνάδελφοί τους στους αδαείς περί τα ιατρικά και τα νομικά συμπολίτες τους. Πρόκειται για Επιστήμονες που από την κήρυξη της πανδημίας διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι όλα είναι καλώς καμωμένα, χωρίς τάχα να ανακύπτει κανένα ιατρικό ή νομικό ζήτημα ιδίως σε σχέση με τα πειραματικά και δυνάμει υγειοβλαπτικά-θανατηφόρα “εμβόλια”.
“Δεν χάθηκε κι ο κόσμος, αν χαθούν μερικές χιλιάδες άνθρωποι”, λένε οι “πεφωτισμένοι ειδικοί”, επικαλούμενοι το ισοζύγιο κόστους-οφέλους, σαν να είναι οι άνθρωποι κομμάτια κρέατος που τοποθετούνται στην ζυγαριά ενός χασάπη. Οι θάνατοι από τις παρενέργειες των οιονεί “εμβολίων” επιχειρείται να παρουσιασθούν ως θεμιτές παράπλευρες απώλειες του “πολέμου κατά του αόρατου εχθρού”, στο μέτωπο του οποίου έπεσαν τάχα ηρωικά κάποιοι άτυχοι που έβαλαν πλάτη, ακριβέστερα: έδωσαν μπράτσο, για να χτισθεί το περίφημο τείχος ανοσίας – ένας, με τα σημερινά δεδομένα, ανέφικτος στόχος. Μάλιστα, για νέες δόσεις των οιονεί “εμβολίων” επιτρέπεται, δήθεν ανενδοίαστα, να καλούνται οι πολίτες όποτε καπνίσει στις φαρμακευτικές εταιρείες και στις κυβερνητικές μαριονέτες τους, με συνέπεια ο λαός να μετατρέπεται σε μαστουρωμένη αγέλη, αποτελούμενη από υγειονομικά πρεζόνια.
Σαν τον Πέτρο, οι ειδικοί που ψέλλισαν νοερώς την απογοητευτική φράση “οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον” αρνήθηκαν να δηλώσουν παρών δίπλα στον απειλούμενο από το υγειοναζιστικό καθεστώς πολίτη, συμπεριφερόμενοι απέναντί του προδοτικά. Μάλιστα, η προδοτική άρνηση των ειδικών της ιατρικής επιστήμης είναι εκκωφαντική έναντι όσων ανεμβολίαστων συναδέλφων τους αποφάσισαν να κατέλθουν σε απεργία πείνας, αντιστεκόμενοι στο κραυγαλέα αντισυνταγματικό μέτρο της αναστολής καθηκόντων/εργασίας τους. Βεβαίως, την βαρύτερη μορφή προδοσίας σε βάρος του πολίτη τελούν εκείνοι οι Επιστήμονες οι οποίοι δέχθηκαν να μετατραπούν σε βραχίονες της υγειονομικής δικτατορίας.
Ειδικότερα, οι αρνητές-Επιστήμονες παρέλειψαν να υπερασπισθούν την αλήθεια και να φωτίσουν τα επιστημονικά (ιατρικά και νομικά) “σκληρά φάουλ” της υγειονομικής διαχείρισης υπό το πρίσμα των θεμελιωδών αρχών και διδαγμάτων που αποτελούσαν μέχρι πρότινος κατακτήσεις του νομικού μας πολιτισμού.
Μερικά παραδείγματα:
Η έγκυρη συναίνεση στην ιατρική πράξη προϋποθέτει να είναι απαλλαγμένη από γνωστικά και βουλητικά ελαττώματα. Επομένως, κατά μείζονα λόγο, η συναίνεση ενός ασθενούς, πόσω μάλλον ενός υγιούς, δεν μπορεί να παρακαμφθεί μέσω της θέσπισης μιας υποχρεωτικής-προληπτικής ιατρικής πράξης.
Πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος, αποτελεί ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου, όχι της ζωής.
Τα σπουργίτια δεν τα διώχνεις με κανονιές, όταν μπορείς να χτυπήσεις παλαμάκια. Το παράδειγμα αυτό εικονογραφεί την κατοχυρωμένη πλέον στο Σύνταγμά μας αρχή της αναλογικότητας (άρ. 25 παρ. 1 εδ. δ΄), η οποία, δυστυχώς, κατέστη αόρατη στην εποχή του κορωνοϊού.
Τηρουμένων των αναλογιών, οι Επιστήμονες-αρνητές του ανθρώπου δεν δικαιούνται να φέρουν τον τίτλο του επιστήμονα, αφού κάθε επιστήμη (οφείλει να) ασκείται επ’ ωφελεία και όχι επί ζημία της ανθρωπότητας.
Η άρνηση του ανθρώπου από τους Επιστήμονες –όπως και η άρνηση του Ιησού από τον Πέτρο λόγω του φόβου σύλληψης και δίωξής του– δεν αποκλείεται, σε κάποιες περιπτώσεις, να οφείλεται στον φόβο τους για τον δυνάμει φονικό ιό. Ως εκ τούτου, το προφίλ του άτεγκτου και αδέκαστου Επιστήμονα κηλιδώνεται από την ανθρώπινη αδυναμία ενώπιον του πειρασμού του “αόρατου εχθρού” (έτσι αποκαλείται ο εξ ορισμού πειραστής διάβολος στην θρησκευτική γλώσσα).
Αναμένεται, λοιπόν, από τους αρνητές-Επιστήμονες που επιδόθηκαν στην τέχνη της σιωπής να πράξουν ό,τι και ο Πέτρος: να εξέλθουν από το ασφαλές γι’ αυτούς επιστημονικό καβούκι τους και να μετανοήσουν εμπράκτως, αποκαλύπτοντας τα “σκληρά φάουλ” που έγιναν – και δυστυχώς γίνονται ακόμη – σε βάρος του ανθρώπου και της επιστήμης. Όσο Επιστήμονες επιμένουν να σιωπούν, δικαιώνουν τον Δάντη Αλιγκέρι, ο οποίος στην Θεία Κωμωδία έγραφε⁵:
“Οι πιο σκοτεινές γωνιές στην Κόλαση είναι φυλαγμένες για εκείνους που διατηρούν την ουδετερότητά τους σε εποχές ηθικής κρίσεως”.
Μέχρι στιγμής, όμως, οι διαχειριστές του θαυμαστού ανάποδου κόσμου μας δεν στρέφουν τους προβολείς τους στους αρνητές-επιστήμονες, αλλά στους αρνητές της επιστήμης. Ως ανοσιούργημα των τελευταίων προβάλλεται το ότι τολμούν να αμφισβητούν τους ειδικούς και την επιστήμη, παρότι μάλιστα η διαχείριση της υγειονομικής κρίσης βρίθει κραυγαλέων και αθεράπευτων αντιφάσεων που δεν δικαιολογούν την τυφλή υποταγή στην αυθεντία.
Δύο παραδείγματα:
Αρχικώς, οι μάσκες ήσαν περιττές ή και επικίνδυνες. Εν συνεχεία, όμως, έγιναν επιβεβλημένο αξεσουάρ των πολιτών. Αργότερα δε, εκρίθη επιβεβλημένη η χρήση και δεύτερης ή άλλου τύπου μάσκας, που μετατρέπει τους ανθρώπους σε ανθρωπόμορφα υβρίδια με ράμφος.
Σε ό,τι αφορά τα “εμβόλια”, ενώ αρχικώς γινόταν λόγος για “πανδημία ανεμβολίαστων”, τώρα αποδεικνύεται ότι ο κίνδυνος μετάδοσης, νόσησης και θανάτου των εμβολιασμένων είναι ανάλογος με τον αντίστοιχο κίνδυνο που διατρέχουν οι ανεμβολίαστοι!
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι με την απαξιωτική ετικέτα του “αρνητή της επιστήμης”, οι σατανικοί προπαγανδιστές, δηλαδή οι σπεσιαλίστες του αναποδογυρίσματος της λογικής, άπλωσαν ένα αυθαίρετο δίχτυ προστασίας στους πραγματικούς αρνητές και προδότες, όχι μόνο της κατηγορίας του μετανοημένου Πέτρου αλλά και της κατηγορίας του αυτόχειρα Ιούδα.
Ως εκ τούτου, η ερμηνεία της ευαγγελικής περικοπής από το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο αποτελεί μια πρώτης τάξεως υπενθύμιση για την ανάγκη να επαναφέρουμε τα σατανικά ανάποδα στην ορθόδοξη θέση τους.
Όσο τα ανάποδα δεν αποκαθίστανται και, επομένως, εξακολουθεί να αντηχεί η φράση των αρνητών-επιστημόνων “οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον”, σε αυτήν θα πρέπει να αντιταχθεί ως απάντηση η φράση που είπε ο Ιησούς από τον Σταυρό: “οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι”⁶.
Άραγε, όλοι εμείς, που δεν έχουμε την ευσπλαχνία του Χριστού, πόσο εύκολο μας είναι να πούμε και το “Πάτερ ἄφες αὐτοῖς”, ζητώντας συγχώρηση για τους προδότες της ανθρωπότητας, οι οποίοι μοιάζει να έχουν συνταχθεί με τον διάβολο;
1. Κατά Ματθ., 26, 31.
2. Κατά Ματθ., 16, 16.
3. Κατά Ματθ., 26, 74
4. Κατά Ματθ., 27, 5.
5. Επ’ αυτού βλ.: Πανδημικές πρακτικές και υποχρεωτικότητες, επιστημολογία και πολιτική υπό το φως της Εκκλησιαστικής Παραδόσεως, εκδ. «Ορθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2022, σελ. 11.
6. Κατά Λουκ., 23, 34.