Ρετρό 6.0: Διαχρονικές σκέψεις για τη Δημοκρατία στην εποχή της Νέας Δικτατορίας
Οκτώ συμπτώματα δικτατορίας διά χειρός Γεωργίου-Αλεξάνδρου Μαγκάκη από δοκιμιακή γνωμάτευση του 1987!
*του Κων/νου Βαθιώτη*
«Οι φ υ λ α κ έ ς όλων των δ ι κ τ α τ ο ρ ι ώ ν είναι γεμάτες από α π λ ο ύ ς ανθρώπους που είχαν το θ ά ρ ρ ο ς του πολίτη».
Σε ένα εξαίσιο και άκρως επίκαιρο δοκίμιό του με τίτλο «Σκέψεις για τη Δημοκρατία», το οποίο είχε δημοσιευθεί το 1987¹, ο Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης σημείωνε:
«Η απαίτηση του ανθρώπου να πληροφορείται την αλήθεια σχετικά με τα ζητήματα και τα γεγονότα της κοινωνίας του και του κόσμου, πηγάζει από την ανάγκη του να αντιμετωπίζει τα προβλήματά του με τη λογική, απελευθερωμένος από τις προκαταλήψεις και ανεπηρέαστος από εκείνες τις σκοτεινές κοινωνικές δυνάμεις, που επιδιώκουν την ικανοποίηση των συμφερόντων τους με την παραπλάνηση. Έτσι, από την ίδια αυτή την ιδιότητα του ανθρώπου ως λογικού όντος και από το αίτημά του για ορθολογική και καθαρή λειτουργία της κοινωνικής ζωής, δημιουργείται για το κράτος και τις πολιτικές δυνάμεις το καθήκον της αντικειμενικής πληροφόρησης, δηλαδή μια ηθική και πολιτική υποχρέωση για ειλικρινή και, κατά το δυνατόν, πληρέστερη πληροφόρηση πάνω στα προβλήματα της ζωής. Αυτό το καθήκον, η Δημοκρατία όχι μόνο το αποδέχεται και το απολαμβάνει, αλλά το καθιστά ένα από τα στοιχεία της. Έτσι, ολόκληρος ο μηχανισμός της Δημοκρατίας, που περιλαμβάνει την ελευθερία της σκέψης και του λόγου, την ελευθεροτυπία, το διάλογο και τον κοινοβουλευτικό έλεγχο, λειτουργεί για την εκπλήρωση αυτού του καθήκοντος.
Αντίθετα, τα απολυταρχικά καθεστώτα όχι μόνο δεν αναγνωρίζουν αυτό το καθήκον, καταργώντας όλους τους θεσμούς που το υπηρετούν, αλλά, θέλοντας να εξασφαλίσουν την τυφλή υπακοή και την άλογη εύνοια του πλήθους, καλλιεργούν το σύστημα της κατευθυνόμενης από σκοπιμότητες πληροφόρησης της κοινής γνώμης. Έτσι παραποιούν και συσκοτίζουν την εικόνα των γεγονότων, διαστρέφουν ως την παράκρουση τα νοήματα και χρησιμοποιούν μεθοδικά το ψέμα. Η τακτική αυτή είναι μία από τις απανθρωπίες τους.
Η αντικειμενική λοιπόν και η ειλικρινής πληροφόρηση, που ανταποκρίνεται στη λογική φύση του ανθρώπου και αποτελεί ένα από τα όπλα του απέναντι στην παραπλάνηση και μιαν από τις βασικότερες προϋποθέσεις για την ανόθευτη συμμετοχή του πολίτη στη λήψη των αποφάσεων, είναι συνυφασμένη με τη Δημοκρατία και μάλιστα τόσο στενά, ώστε να συνιστά έναν απ’ τους όρους της σωστής λειτουργίας της».
Είναι προφανές ότι στην δυστοπική εποχή του κορωνοϊού, και ιδίως στην μητσοτακική μπανανία της πάλαι ποτέ ενδόξου Ελλάδος, όπου τα ΜΜΕ ελέγχονται σε εξωφρενικά υψηλό ποσοστό από την κυβέρνηση, ο προπεριγραφόμενος μηχανισμός της Δημοκρατίας είναι απενεργοποιημένος, δίνοντας το δικαίωμα σε όσους πολίτες έχουν καταφέρει να διατηρήσουν αλώβητη την διαύγειά τους, να παρατηρούν ολοκάθαρα τα πλοκάμια ενός ιατροφασιστικού καθεστώτος που φορά την μάσκα της δημοκρατίας.
Περαιτέρω, ο Μαγκάκης χαρακτήριζε τον σεβασμό στην προσωπικότητα του ανθρώπου «πνευματικό θεμέλιο της Δημοκρατίας», στο μέτρο που σημαίνει «αναγνώριση της εσωτερικής, της ηθικής του αυτονομίας». Το αντίθετο ισχύει για την δικτατορία:
«η δικτατορία, που αφαιρεί την ελευθερία από τον άνθρωπο, γιατί ακριβώς δεν τον θεωρεί άξιό της και προσπαθεί να του υπαγορεύσει αυτή τις σκέψεις, τις αξίες της ζωής του και την εσωτερική στάση του, αντιμετωπίζει σαν θανάσιμο εχθρό της την ηθικά αυτόνομη προσωπικότητα και θέλει τον άνθρωπο ένα άβουλο πλάσμα, χωρίς δική του εσωτερική αυτοδύναμη ζωή»².
Και αυτό το χωρίο χτυπά ένα ηχηρό καμπανάκι για την υγειονομική δικτατορία που έχει εγκαθιδρυθεί από τις 17 Μαρτίου 2020 και έπειτα, όταν δηλαδή κηρύχθηκε, με παγκόσμιο θεατρικό συντονισμό, ο ψευτοπόλεμος κατά του «αόρατου εχθρού».
Από τότε μέχρι και σήμερα, η εσωτερική, ηθική αυτονομία του ανθρώπου έχει πάει περίπατο, αφού όποιος τολμά να εναντιώνεται στα αυταρχικά και δρακόντεια μέτρα που λαμβάνει κάθε φορά η πανάθλια κυβέρνηση Μητσοτάκη, υπό την καθοδήγηση του «αόρατου μαριονετίστα», αντιμετωπίζεται περίπου ως «θανάσιμος εχθρός».
Μάλιστα, όπως εύστοχα επισημαίνει ο συγγραφέας λίγες σελίδες παρακάτω, στο πλαίσιο της Δημοκρατίας δεν υπάρχουν εχθροί:
«Υπάρχουν μόνο αντίπαλοι, σκληροί έστω και αδιάλλακτοι. […] Εχθροί υπάρχουν – και σωστά υπάρχουν – στα φασιστικά καθεστώτα. Γι’ αυτό ακριβώς, τέτοια καθεστώτα οδηγούνται αναπότρεπτα στην κρίση, που αργά ή γρήγορα επέρχεται. Είναι στατικά, ανίκανα για κοινωνικές προσαρμογές και χωρίς διέξοδο. Είναι καταδικασμένα είτε να οδηγήσουν στην κοινωνική σήψη είτε να καταρρεύσουν»³.
Επίσης, αξίζει να θυμηθούμε πώς ανέλυε ο Μαγκάκης την έννοια του «θάρρους του πολίτη», η αναγνώριση της οποίας επιτελεί καθοριστικής σημασίας ρόλο σε μια δημοκρατία⁴:
«Η υψηλότερη πνευματικά μορφή θάρρους είναι το “θάρρος του πολίτη”. Εκείνη, δηλαδή, η τόλμη του απλού ανθρώπου, που αυτόκλητος ορθώνει το μικρό του ανάστημα απέναντι στην κρατική αυθαιρεσία, για να υπερασπίσει την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και τις αξίες της ελεύθερης ζωής, ακολουθώντας, ασυμβίβαστος, την επιταγή της συνείδησής του. Αυτή την ευγενέστατη ανθρώπινη εκδήλωση η Δημοκρατία την αναγνωρίζει και την θεωρεί μεγάλη αρετή και την επιδιώκει, γιατί είναι σύμφωνη με το πνεύμα της και γιατί την έχει ανάγκη». Το αντίθετο ισχύει στην απολυταρχία, όπου «η αρετή αυτή διώκεται σαν να είναι έγκλημα». Ειδικότερα:
«η απολυταρχία έχει ανάγκη από την τυφλή υπακοή, που ταπεινώνει τον άνθρωπο και αυτήν απαιτεί. Οι φυλακές όλων των δικτατοριών είναι γεμάτες από απλούς ανθρώπους που είχαν το θάρρος του πολίτη».
Ποιος μπορεί να μην γουρλώσει τα μάτια του, διαβάζοντας τις παραπάνω αράδες, οι οποίες δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία για το δαιμονικό πέπλο της απολυταρχίας που έχουν απλώσει σήμερα πάνω από τις κεφαλές των Ελλήνων οι Σβαμπικές μαριονέτες της Νέας Δημοκρατίας (διάβαζε: Νέας Δικτατορίας);
Η αστυνομική μεταχείριση των εν αναστολή υγειονομικών που τολμούν να επιδεικνύουν το προμνημονευθέν ευγενές «θάρρος του πολίτη» και, ειδικότερα, η προσαγωγή τους στο Τμήμα Προστασίας του Δημοκρατικού Πολιτεύματος (sic), ακολούθως δε η διαπόμπευσή τους μέσω της διαδικασίας του αυτοφώρου, επαληθεύει την μαύρη διαπίστωση ότι η παρούσα κυβέρνηση ουδεμία σχέση έχει με το δημοκρατικό πολίτευμα, το οποίο, μάλιστα, επικαλείται επανειλημμένως, σύμφωνα με την ανάστροφη λογική που διέπει τον λατρεμένο μηχανισμό κάθε ολοκληρωτικού καθεστώτος: την προπαγάνδα.
Έξοχα παρατηρεί ο Μαγκάκης ότι:
«η τακτική όλων των δικτατοριών και των άλλων απολυταρχικών καθεστώτων είναι σήμερα –ενώ καταλύουν όλους τους δημοκρατικούς θεσμούς– να σφετερίζονται το όνομα της Δημοκρατίας, προσπαθώντας να καπηλευτούν το κύρος της, να συσκοτίσουν την πραγματικότητα και να προκαλέσουν σύγχυση στο λαό. Έτσι, σήμερα, και οι πιο στυγνές δικτατορίες αυτοχαρακτηρίζονται, με τρόπο αληθινά σχιζοφρενικό, Δημοκρατίες»⁵.
Σημαντική είναι και η ακόλουθη επισήμανση του Μαγκάκη:
«η πολιτική στη Δημοκρατία επιδιώκει να εξασφαλίσει τη λαϊκή εμπιστοσύνη με μέσα το διάλογο και την πειθώ. Έτσι, με βάση τους σκοπούς, το πνεύμα και τα μέσα της, η πολιτική δραστηριότητα στο πλαίσιο της Δημοκρατίας μπορεί να χαρακτηριστεί, όταν ασκείται σωστά, ως “τέχνη της ελευθερίας”»⁶.
Δυστυχώς, ο διάλογος και η πειθώ, μέσω των οποίων θα έπρεπε μια δημοκρατική κυβέρνηση να προσπαθεί να ωθήσει τον πολίτη να ακολουθήσει την κατ’ αυτήν ενδεικνυόμενη οδό, θεωρούνται σήμερα παρωχημένες επικοινωνιακές τεχνικές, οι οποίες έχουν παραχωρήσει την θέση τους στα εξαναγκαστικά μέσα, δηλ. στην βία και την απειλή. Φυσικά, το πλέον αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι η θέσπιση του υποχρεωτικού και εν ταυτώ καταναγκαστικού εμβολιασμού, ο οποίος επιχειρήθηκε να εδραιωθεί μέσω της απειλής της αναστολής καθηκόντων-εργασίας και του διοικητικού προστίμου των 100€.
Μάλιστα, η κατά Μαγκάκη «τέχνη της ελευθερίας» έχει εκφυλισθεί σε «τέχνη της απάτης», αφού όχι μόνο ο πρωθυπουργός ή διάφοροι υπουργοί της παρούσας κυβέρνησης, αλλά και καθηγητές Νομικών Σχολών ή, ακόμη χειρότερα, δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας διαστρέβλωσαν την νομική φύση της εν προκειμένω απάνθρωπης απειλής σε δήθεν καλοκάγαθο – αυτοπροστατευτικό αλλά και φιλάνθρωπο – κίνητρο εμβολιασμού.
Ο Μαγκάκης αναφέρεται και στην έννοια του πνευματικού ανθρώπου:
«Στο πλαίσιο της Δημοκρατίας ο αληθινά πνευματικός άνθρωπος όχι μόνο μπορεί, αλλά και οφείλει να είναι βαθιά υπεύθυνος συνάνθρωπος. Γιατί η Δημοκρατία απαιτεί απ’ αυτόν να ανταποκρίνεται επάξια στα καθήκοντα του πνευματικού ηγέτη, δηλαδή του ζητά να ζει και να επεξεργάζεται στη συνείδησή του τα προβλήματα της κοινωνίας του και να παίρνει ελεύθερα και θαρραλέα θέση πάνω σ’ αυτά. Ο πνευματικός, συνεπώς, άνθρωπος έχει καθήκον όχι μόνο απέναντι στον εαυτό του, αλλά και απέναντι στην ελεύθερη κοινωνία όπου ζει, να μετέχει στον προβληματισμό του καιρού του και να διατυπώνει τις σχετικές σκέψεις του παίρνοντας ξεκάθαρη θέση»⁷.
Δυστυχώς, με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι πνευματικοί άνθρωποι της σημερινής Ελλάδας επέλεξαν να τηρήσουν σιγήν ιχθύος απέναντι στο ιατροφασιστικό καθεστώς της μητσοτακικής μπανανίας, επιτρέποντας έτσι στους παλιάτσους με το χιτλερικό μουστάκι να επιδίδονται σχεδόν επί τριετία σε ένα απαράμιλλης κακογουστιάς υγειοναζιστικό σόου.
Δημοκρατία, όμως, χωρίς αντιστασιακές φωνές από πνευματικούς ανθρώπους είναι ημέρα χωρίς φως. Ακόμη χειρότερα, δεν είναι παρά μια αμετάκλητη δικτατορική νύχτα χωρίς δημοκρατικούς προβολείς!
Αξίζει να σημειωθεί ότι στις 2 Φεβρουαρίου 1969, μία ώρα περίπου πριν από το μάθημά του στο Πανεπιστήμιο, η χούντα των συνταγματαρχών γνωστοποίησε στον Γεώργιο-Αλέξανδρο Μαγκάκη την απόλυσή του, απαγορεύοντάς του ακόμα και την είσοδό του στον πανεπιστημιακό χώρο.
Με αφορμή αυτή την φρικτή εμπειρία του, ο Μαγκάκης προέβη σε μια νευραλγική για τη σημερινή εποχή επισήμανση (περιέχεται στο αποχαιρετιστήριο μάθημά του, το οποίο εν περιλήψει δημοσιεύθηκε μετά από λίγες ημέρες σε έντυπα και εφημερίδες του εξωτερικού)⁸:
«Μία είναι η μεγάλη αλήθεια εις το πλαίσιον της επιστήμης μας, ότι το Δίκαιον αποκτά το ηθικόν του περιεχόμενον, καθίσταται δηλαδή ηθική αξία, μόνο εφόσον αποβλέπει εις το να διασφαλίση την ελευθερίαν εις τους ανθρώπους.
Άλλως το Δίκαιον, άνευ δηλαδή αυτoύ του προσανατολισμού, καθίσταται μέσον καταπιέσεως εις τας χείρας του ισχυρού προς εξασφάλισιν της κυριαρχίας του.
Προς την αξίαν της ελευθερίας πρέπει όμως να είναι προσανατολισμένος και ο νομικός και ως επιστήμων και ως άνθρωπος. Διότι άλλως καθίσταται ένας απλούς τεχνικός, γνώστης δηλαδή της τεχνικής απλώς του Δικαίου, ο οποίος διατρέχει τον κίνδυνον να γίνη ταπεινός υπηρέτης του ισχυρού».
Άραγε, πώς θα σχολίαζε εν έτει 2022 ο Μαγκάκης όχι μόνο την αφωνία των πνευματικών ανθρώπων, αλλά πολύ περισσότερο την ενεργό συμμετοχή νομικών, και δη δικαστών και εισαγγελέων, στο καθεστώς της σημερινής υβριδικής, υγειονομικής δικτατορίας;
Είναι πολύ πιθανό, όπως το 1969, να τους χαρακτήριζε απαξιωτικά (και πάντως δυσανάλογα ήπια σε σχέση με την απαράδεκτη στάση τους) «ταπεινούς υπηρέτες του ισχυρού», υπενθυμίζοντάς τους έναν θεμελιώδη θεσμό για την δομή της Δημοκρατίας, για τον οποίο το 1987 έγραφε τα εξής:
«η βασική δομή της Πολιτείας καθορίζεται από το σύστημα διάκρισης των εξουσιών, που αποτελεί την πρώτη και θεμελιώδη εγγύηση της πολιτικής ελευθερίας κι ένα από τα αναφαίρετα χαρακτηριστικά της Δημοκρατίας. […] Πρέπει, σύμφωνα με την περίφημη σκέψη του Montesquieu, […] “η εξουσία να σταματά την εξουσία”. Αν στο ίδιο πρόσωπο ή στην ίδια ομάδα προσώπων συμπίπτει η άσκηση τόσο της νομοθετικής εξουσίας, όσο και της εκτελεστικής, τότε είναι βέβαιο ότι και οι νόμοι που θα θεσπίζονται θα είναι τυραννικοί και η εφαρμογή τους θα συνεπάγεται άσκηση τυραννίας, γιατί σκοπός τους θα είναι η διατήρηση της εξουσίας από τον κάτοχό της, η εξασφάλιση σ’ αυτόν και στις κοινωνικές δυνάμεις που τον στηρίζουν των προνομίων τους και η εξουδετέρωση των αντίθετων δυνάμεων με την καταπίεση. […] Αλλά και η τρίτη εξουσία, η δικαστική, πρέπει και αυτή να είναι χωρισμένη από τις δύο άλλες, γιατί, αν ασκείται από τους ίδιους φορείς, τότε η λειτουργία της ρέπει αναγκαία προς την αυθαιρεσία και αποβλέπει όχι στην απονομή της δικαιοσύνης, αλλά στην καταπίεση των πολιτών, γίνεται δηλαδή και αυτή όργανο της τυραννίας».
Σήμερα, όμως, βιώνουμε στο πετσί μας την κατάργηση της διάκρισης των εξουσιών, αφού από την αρχή της πανδημίας “Γιάννης κερνούσε και Γιάννης έπινε”: τα δρακόντεια, και προπάντων αντισυνταγματικά, υγειονομικά μέτρα θεσπίζονταν χωρίς κοινοβουλευτικό διάλογο, με επίκληση δήθεν εξαιρετικών και απρόβλεπτων αναγκών, από τους υπουργούς της Κυβέρνησης.
Θα άξιζε ο ιστορικός και ο νομικός του μέλλοντος, αν υπάρξει μέλλον για την ανθρωπότητα, να αποφανθούν για το πόση βλαΚΕΙΑ κρυβόταν στις αμέτρητες απορριμματοφόρες ΚΥΑ που ρύθμιζαν την καθημερινότητά μας σχεδόν σε κάθε της έκφανση.
Παραλλήλως, οι δικαστές και εισαγγελείς φρόντιζαν, και φροντίζουν ακόμη, να νομιμοποιούν τα μέτρα αυτά, δικαιώνοντας την ιστορική γνώση ότι, σε κάθε μορφής δικτατορία, η δικαιοσύνη λειτουργεί ως προωθητικός και όχι βεβαίως ως ελεγκτικός μηχανισμός της! Έτσι, κανέναν δεν πρέπει να εκπλήσσει ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας έγινε το νομικό πλυντήριο του ιατροφασιστικού καθεστώτος, καθαγιάζοντας τις υποχρεωτικές ιατρικές πράξεις. Αντιστοίχως, ήταν απολύτως αναμενόμενο ότι οι εν αναστολή υγειονομικοί, ως δήθεν εχθροί της δημόσιας υγείας, θα διώκονταν ποινικώς για το τόλμημά τους να υψώσουν πανό και να βγάλουν κραυγές αγωνίας έξω από τα σπίτια των απάνθρωπων τυράννων!
Δεν αποκλείεται, όμως, το ενδεχόμενο, από τον ιό της εγκληματικής αλαλίας να είχε προσβληθεί σήμερα και ο ίδιος ο Μαγκάκης, εντασσόμενος στο κλαμπ της αποχαυνωτικής αλλά και προδοτικής ομοιομορφίας. Άλλωστε, τόσοι και τόσοι διεκήρυτταν προ κορωνοϊού θέσεις υπέρ της ανάγκης προασπίσεως της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, αλλά επί κορωνοϊού επεδόθησαν σε θεαματικές κωλοτούμπες. Αν, όμως, είχε συμβεί και η μαγκάκειος κωλοτούμπα, τότε θα ήταν χαοτική η διάσταση ανάμεσα στις προφητικές θέσεις που είχε διατυπώσει ο ίδιος το 1987 και στην αντίθετη στάση που, ενδεχομένως, θα κρατούσε, αν ζούσε στις μέρες μας.
Οι θέσεις του ήσαν προφητικές, διότι, μεταξύ άλλων, είχε προβλέψει τον σοβαρό κίνδυνο της ομοιομορφίας, ο οποίος διαθέτει την δυναμική να εξελιχθεί σε εφιάλτη για την ανθρωπότητα. Ας θυμηθούμε, λοιπόν, τι έγραφε πριν από 35 χρόνια:⁹
«Είναι γεγονός ότι η τεχνολογική ανάπτυξη προσφέρει σήμερα τα τεχνικά εκείνα μέσα, όπως είναι προπαντός η ραδιοφωνία, η τηλεόραση, ο κινηματογράφος, τα ταχυκίνητα πιεστήρια και τόσα άλλα, για να ασκείται, σε συνδυασμό με τα δεδομένα της ψυχολογικής επιστήμης, αποφασιστική επίδραση πάνω στο κοινωνικό σύνολο, με στόχο την ομοιομορφία στις σκέψεις, τις ιδέες, τις προτιμήσεις, τα γούστα, τις επιθυμίες και τις ανάγκες του ανθρώπου. Παράλληλα, η ανάπτυξη τεχνικών μέσων για τον έλεγχο της ιδιωτικής ζωής του ατόμου από απόσταση, όπως είναι π.χ. τα μικρόφωνα, η τηλεφωτογραφία, το μαγνητόφωνο, συνεχίζεται, με γρήγορο ρυθμό και τα συστήματα αστυνομικής οργάνωσης, δράσης και ελέγχου τελειοποιούνται. Έτσι, δημιουργείται ο κίνδυνος να μεταβληθεί η τάση που ενυπάρχει μέσα στη φύση της καταναλωτικής κοινωνίας για ομοιόμορφη ικανοποίηση των αναγκών, αλλά και για τη διαμόρφωση νέων ομοιόμορφων αναγκών, σε πλήρη κυριαρχία των οικονομικά ισχυρών πάνω στη σκέψη και τις προτιμήσεις του λαού, ο οποίος θα σκέπτεται και θα συμπεριφέρεται ομοιόμορφα. Σήμερα, δηλαδή, υπάρχουν οι τεχνικές προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση της εφιαλτικής εκείνης ανθρώπινης κοινωνίας που θα ζει και θα λειτουργεί όπως η κοινωνία των μυρμηγκιών»¹⁰.
Το δοκίμιο του Μαγκάκη για τη Δημοκρατία ολοκληρώνεται με καθοριστικής σημασίας σκέψεις για το δικαίωμα της αντίστασης. Στην τελευταία αυτή ενότητα, ο συγγραφέας αναφέρεται στην αξία του ανθρώπου και το αλληλένδετο με αυτήν δικαίωμα του αυτοκαθορισμού, που με τόσο κραυγαλέα αντισυνταγματικό τρόπο καταλύθηκε στην παρούσα εποχή της πρωτοφανούς υγειονομικής τυραννίας:¹¹
«Η αξία του ανθρώπου αποτελεί για τον ανθρωποκεντρικό πολιτισμό μας τον άξονα που γύρω του διαμορφώνεται όλο το πολιτιστικό μας οικοδόμημα. Γι’ αυτό, στο πλαίσιο του πολιτισμού μας, μόνο το άτομο επιτρέπεται να έχει την καθοριστική εξουσία πάνω στην ύπαρξή του. Ο άνθρωπος, δηλαδή, είναι για μας το πλάσμα που έχει αναφαίρετα το δικαίωμα του αυτοκαθορισμού. Το δικαίωμα, όμως, αυτό του αυτοκαθορισμού προσβάλλεται βάναυσα με την εγκαθίδρυση δικτατορίας, που αφαιρεί από τον άνθρωπο τη δυνατότητα να συμμετέχει ως πολίτης στις αποφάσεις που καθορίζουν τη λειτουργία της κοινωνίας του και την πορεία και της δικής του ζωής».
Και καταλήγει:
«Η αφαίρεση, όμως, αυτής της δυνατότητας του ανθρώπου, και η κατάλυση έτσι της ιδιότητάς του ως πολίτη, δεν μπορεί και να εξαφανίζει το αναφαίρετο, σύμφωνα με την ουσία του πολιτισμού μας, δικαίωμα του αυτοκαθορισμού. Κάτι τέτοιο θα ήταν αδιανόητο, γιατί θα έδινε στους αρνητές της ουσίας του πολιτισμού μας, στους δικτάτορες, την εξουσία να τον διαγράφουν».
Διαβάζοντας το τελευταίο χωρίο, ποιος, άραγε, μπορεί να διαφωνήσει ότι σε αυτό εμπεριέχεται η απόλυτη πιστοποίηση της εγκαθίδρυσης μιας – καμουφλαρισμένης για την συμπαγή πλειοψηφία, αλλά ολοφάνερης για την γρηγορούσα μειοψηφία – υγειονομικής δικτατορίας, πρώτιστος ενδείκτης της οποίας είναι ακριβώς η κατάργηση του δικαιώματος του αυτοκαθορισμού, με σατανικό πρόσχημα την προστασία της δημοσίας υγείας;
Ποιος μπορεί να αρνηθεί με πειστικά – και όχι φαρισαϊκά επιχειρήματα – ότι καταλύθηκε η ιδιότητα του πολίτη, εξαιτίας του (άμεσα ή έμμεσα) καταναγκαστικού μαζικού εμβολιασμού με τα καινοφανή-πειραματικά οιονεί εμβόλια κατά του κορωνοϊού, αλλά και εξαιτίας των λοιπών υποχρεωτικών ιατρικών πράξεων, συνεπικουρούμενων από το σκανάρισμα του ανθρώπου μέσω του δαιμονικού QR Code που έκανε τον άνθρωπο να μοιάζει με προϊόν ραφιών ενός σούπερ-μάρκετ;
Και ποιος, επιτέλους, δεν βλέπει το προφανώς ζοφερό, δηλαδή ότι αυτό που εν έτει 1987 θεωρούσε ο Μαγκάκης αδιανόητο, υλοποιήθηκε με τα εργαλεία ενός καρναβαλιού, δηλαδή την μεταμφίεση του δικτατόρων σε υγειοσωτήρες με λευκή ρόμπα, μαύρη μάσκα και μεταχιτλερική μπότα;
Γράφοντας ο Μαγκάκης ότι η αφαίρεση του δικαιώματος του αυτοκαθορισμού θα ήταν αδιανόητη, «γιατί θα έδινε στους αρνητές της ουσίας του πολιτισμού μας, στους δικτάτορες, την εξουσία να τον διαγράφουν», περιέγραψε την αναπάντεχα εφικτή διαγραφή του δικού μας πολιτισμού από όλους εκείνους που σήμερα στοχοποιούν τους «αντιφρονούντες» ως αρνητές, ενώ αρνητές – της αξίας του ανθρώπου, του Συντάγματος και, βεβαίως, του πολιτισμού – είναι οι ίδιοι οι δικτάτορες, δραστηριοποιούμενοι σήμερα στο πεδίο της δημόσιας υγείας, αύριο στο πεδίο της ενέργειας ή του επισιτισμού και μεθαύριο στο πεδίο της κλιματικής αλλαγής.
Αν θελήσει κάποιος να συνοψίσει τα διακριτικά γνωρίσματα της δημοκρατίας σε αντιδιαστολή με εκείνα της δικτατορίας, αξιοποιώντας τις θέσεις του Γ.-Α. Μαγκάκη, όπως αυτές καταγράφονται στην δοκιμιακή του γνωμάτευση από το έτος 1987, μπορεί να τα απαριθμήσει ως εξής:
Η δημοκρατία πληροφορεί αντικειμενικά τον λαό, η δικτατορία τον κατευθύνει μέσω της προπαγάνδας.
H δημοκρατία γνωρίζει αντιπάλους, η δικτατορία εχθρούς.
Η δημοκρατία αναγνωρίζει το θάρρος του πολίτη ως ευγενέστερη ανθρώπινη εκδήλωση, η δικτατορία το διώκει ως έγκλημα, ζητώντας τυφλή υπακοή.
Η δημοκρατία χρησιμοποιεί τον διάλογο και την πειθώ, η δικτατορία το ψέμα, την βία και την απειλή.
Η δημοκρατία υπηρετεί την τέχνη της ελευθερίας, η δικτατορία την τέχνη της απάτης.
Η δημοκρατία σέβεται την ιδιότητα του πολίτη, η δικτατορία την καταλύει.
Η δημοκρατία βασίζεται στην διάκριση των εξουσιών, η δικτατορία την καταλύει.
Η δημοκρατία αναπνέει από την διαφορετικότητα, η δικτατορία από την ομοιομορφία.
Δυστυχώς, και τα οκτώ δικτατορικά συμπτώματα που αντιπαραβάλλονται προς τα αντίστοιχα δημοκρατικά είναι ευχερώς ανιχνεύσιμα στην παρούσα συγκυρία διακυβέρνησης της Ελλάδος από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας!
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το ανωτέρω κείμενο αποτελεί εμπλουτισμένη μορφή του ομότιτλου άρθρου που δημοσιεύθηκε στην Κυριακάτικη Δημοκρατία της 24ης Ιουλίου 2022, σελ. 08β/24.
1 Εκδ. Νέα Σύνορα-Α. Α. Λιβάνη, Αθήνα 1987, σελ. 31.
2 Ό.π., σελ. 33.
3 Ό.π., σελ. 40.
4 Ό.π., σελ. 34.
5 Ό.π., σελ. 95.
6 Ό.π., σελ. 35.
7 Ό.π., σελ. 53.
8 Μαγκάκης, Ίχνη του χθες με το βλέμμα στο αύριο, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1997, σελ. 69.
9 Σκέψεις για τη Δημοκρατία, ό.π., σελ. 70.
10 Για την θέση ότι «ως μεμονωμένα άτομα, τα μυρμήγκια και άλλα κοινωνικά έντομα φαίνεται να μη διαθέτουν ένστικτο αυτοσυντήρησης διαφοροποιημένο από τη συντήρηση της αποικίας: θα ρίχνονται πάντοτε στη μάχη έναντι των εισβολέων, ακόμη κι αν αυτό ισοδυναμεί με αυτοκτονία» βλ. St. Russel, Συμβατή με τον άνθρωπο; Η τεχνητή νοημοσύνη και το πρόβλημα του ελέγχου, μτφ.: Ν. Αποστολόπουλος, εκδ. Τραυλός, Αθήνα 2021, σελ. 40/41 (η έμφαση του γράφοντος), ο οποίος, πάντως, επισημαίνει ότι «μερικές φορές το ίδιο κάνουν και οι άνθρωποι, ακόμη και για να υπερασπιστούν ανθρώπους με τους οποίους δεν σχετίζονται. Είναι σαν το είδος να ωφελείται από την παρουσία κάποιου πλήθους ατόμων που είναι πρόθυμα να θυσιαστούν στη μάχη, ή να ξεκινήσουν δύσκολα, φανταστικά ταξίδια εξερεύνησης ή να μεγαλώνουν τους απογόνους άλλων ανθρώπων. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μια ανάλυση της ορθολογικότητας που εστιάζει αποκλειστικά στο άτομο παραβλέπει ξεκάθαρα κάποια ουσιώδη χαρακτηριστικά».
11 Ό.π., σελ. 121.